ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΟΜΑΔΑ Α

ΘΕΜΑ Α1

Α.1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας τους αριθμούς της στήλης Α και δίπλα στο καθένα από αυτά τα γράμματα της στήλης Β, τα οποία προσδιορίζουν τις χρονολογίες που αντιστοιχούν στα γεγονότα της Στήλης Α (περισσεύει μία χρονολογία).

 

Στήλη Α:

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στήλη Β:

Χρονολογίες

1. Ναυτικός αποκλεισμός από τους Αγγλο- Γάλλους.

2. Αρχίζει στο Λαύριο τις εργασίες της η γαλλο-ιταλική εταιρεία Σερπιέρι – Ρου

3. Ολοκλήρωση του σιδηροδρομικού δικτύου της Ελλάδας.

4. Ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας

5. Προσάρτηση των Επτανήσων στη χώρα.

6. Η χωρητικότητα των ελληνικών πλοίων έφτανε τους 100.000 τόνους.

α. 1909

β. 1841

γ. 1864

δ. 1854

ε. 1881

στ. 1866

ζ. 1840

Μονάδες 12

Α.1.2. Να δώσετε το περιεχόμενο των παρακάτω όρων:

Α. Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος.

Β. Φεντερασιόν.

Γ. Εθνικές γαίες:

Μονάδες 9                                      

ΘΕΜΑ Α.2

Α.2.1. Τι γνωρίζετε για την κατασκευή της πρώτης σιδηροδρομικής γραμμής της χώρας αλλά και τους παράγοντες που ώθησαν τις ελληνικές κυβερνήσεις να αποφασίσουν την ολοκλήρωση του μετρικού αυτού δικτύου;

Μονάδες 15

Α.2.2. Για ποιους λόγους δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα οι πολιτικές προσέλκυσης των ομογενών κεφαλαιούχων στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1860 και ποιοι παράγοντες τους οδήγησαν να αναθεωρήσουν τη στάση τους μετά τη δεκαετία του 1870;

Μονάδες 14                                                         

ΟΜΑΔΑ Β

ΘΕΜΑ Γ1

Με βάση τα στοιχεία των παραθεμάτων, του πίνακα και τις ιστορικές σας γνώσεις να καταγράψετε την εξέλιξη της πορείας της ελληνικής βιομηχανίας, όπως αυτή εξελίχθηκε μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων ως και λίγο πριν την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Μονάδες 25

 

Κείμενο 1

Τα αποτελέσματα του μεγάλου προσφυγικού ζητήματος (μετά το 1922) ήταν τεράστια από οικονομική, πολιτική, εθνολογική άποψη. […] Η περαίωση της εγκατάστασης των προσφύγων και η αρχή της σταθεροποιήσεως της οικονομικής ζωής διευκόλυναν τη βιομηχανική πρόοδο, παρά τις πολιτικές αναταραχές […] Πολύ σαφείς είναι επίσης οι πρόοδοι στην ταπητουργία που βρίσκεται σε άμεση σχέση με την ανταλλαγή των πληθυσμών. […] Στα 1927 λειτουργούν περισσότεροι από 4.000 ταπητουργικοί αργαλιοί, από τους οποίους τα 2/3 στην Αθήνα και στον Πειραιά και το 1/3 στο εσωτερικό της χώρας. Αυτή η βιοτεχνία απασχολεί 10.000 εργάτες. Από την παραγωγή τα 80% τα εξάγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και το υπόλοιπο το πουλούν στην Ελλάδα και στις διάφορες χώρες της Ευρώπης. […] Όπως έγραφε στις 12 Μαρτίου 1928 σ’ ένα άρθρο του στο «Ελεύθερο Βήμα», σχετικά με το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, ο παλιός υπουργός Π. Βουρλούμης, από το 1920 ως το 1927 η βιομηχανία είχε σημειώσει μεγαλύτερες προόδους απ’ όσες είχε κάνει μετά την Επανάσταση του 1821.

Α Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204-1985, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2001, σσ 385-387

 

Κείμενο 2

Η αξιοσημείωτη βιομηχανική ανάπτυξη κατά τα έτη 1923-1938 έφερε την Ελλάδα στην πρώτη θέση των βιομηχανικών επιδόσεων σε παγκόσμια κλίμακα (πλην της Ιαπωνίας και της ΕΣΣΔ) […] Με άλλα λόγια, η ελληνική βιομηχανία αναπτύχθηκε σαν μια προοδευτική «υποκατάσταση των εισαγωγών». Αυτό επιβεβαιώνεται με τις μεταβολές που σημειώθηκαν στην σύνθεση και στην προέλευση των προμηθευτών της εγχώριας αγοράς: στα 1928 η ελληνική βιομηχανία κάλυπτε μόλις τα 58% των αναγκών της εγχώριας αγοράς βιομηχανικών ειδών, ενώ το 1938 είχε φθάσει να καλύπτει τα 78- 84%. ‘Έτσι, η ελληνική αγορά έγινε λιγότερο εξαρτημένη από το εξωτερικό. Όμως και η ελληνική βιομηχανία έγινε περισσότερο ανεξάρτητη από το εξωτερικό, δεδομένου ότι η βιομηχανική χρησιμοποίηση αλλοδαπών πρώτων υλών από 43% του συνόλου των πρώτων υλών στη χώρα το 1928 μειώθηκε σε 25% το 1938 […] Αυτές ήταν οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες αναπτύχθηκε η ελληνική βιομηχανία στο μεσοπόλεμο.

Ι.Ε.Ε., τόμος ΙΕ΄, σσ. 338-340

 

Η βιομηχανική εξέλιξη στην Ελλάδα στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα

Έτη Εργοστάσια Εργάτες Ισχύς σε ίππους Αξία της παραγωγής (σε δραχμές)
1917 2.213 35.000 70.000 200.000.000
1229-1930 4.000 110.000 230.000 7.210.000.000
1938 4.515 277.000 277.000 13.565.000.000

                                                                                 Ν. Γ. Σβορώνου, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, σ.129-131

 

 

 

ΘΕΜΑ Δ1

Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του σχολικού βιβλίου και του παραθέματος να παρουσιάσετε τις γνώσεις σας για την εμφάνιση και την επικράτηση του ιδεολογήματος της Μεγάλης Ιδέας το 19ο αιώνα αλλά και την εξέλιξή του μέσα από τη νέα πολιτική αντίληψη του Βενιζελισμού κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα; Για ποιους λόγους η ελληνική αστική τάξη, ιδιαίτερα το τμήμα της που δραστηριοποιούνταν οικονομικά στο εξωτερικό, αποφάσισε να στηρίξει ενεργά το εγχείρημα αυτό στις αρχές του 20ου αιώνα;

Μονάδες 25                                                                                                                                                                                                  

Κείμενο 1

Η Μεγάλη Ιδέα […] ήταν ιδέα βαθύτατα δημοφιλής στα πλατιά στρώματα του πληθυσμού. Η ιδέα αυτή είχε έναν έντονα λαϊκό χαρακτήρα, ο οποίος οφειλόταν όχι μόνο στην ιστορική της προέλευση, αλλά και στο ότι την ασπάζονταν τα λαϊκά κυρίως στρώματα σε όλη την περίοδο του 19ου αιώνα. Ο απλά λαϊκός χαρακτήρας της Μεγάλης Ιδέας δε βρέθηκε ασφαλώς σε αντίθεση με την προοπτική της αστικής αναπτύξεως, ιδίως μετά το 1880.

 Ι.Ε.Ε τόμος ΙΔ΄, σσ 57-58

Κείμενο 2

Πέρα και πίσω από το χάρισμα του ηγέτη του, η ανεπανάληπτη δυναμική του Βενιζελισμού πηγάζει από έναν εξίσου ανεπανάληπτο συνδυασμό αστικού εθνικισμού και αστικού εκσυγχρονισμού, σε αδιάσπαστη και διαλεκτική ενότητα. Από την πρώτη στιγμή, το 1910, ο εκσυγχρονισμός τέθηκε στην υπηρεσία της εθνικής ολοκλήρωσης. Με τη σειρά της, η εθνική ολοκλήρωση υπηρέτησε τον εκσυγχρονισμό μέχρι το τέλος, προσφέροντας την αναντικατάστατη πολιτική και ιδεολογική του νομιμοποίηση. Στο γενικό αυτό επίπεδο, γίνεται φανερή η άρρηκτη συνέχεια και συνέπεια του Βενιζελισμού (και του Βενιζέλου προσωπικά).

Ως ανεπανάληπτος συνδυασμός αστικού εκσυγχρονισμού και αστικού εθνικισμού, ο Βενιζελισμός στηρίχθηκε σε εξίσου ανεπανάληπτες ιστορικές προϋποθέσεις (που έλειπαν από τα προγενέστερα εγχειρήματα του Μαυροκορδάτου και του Τρικούπη). Εκμεταλλεύτηκε αδίστακτα και δημιουργικά μία σειρά από διεθνείς συγκυρίες κατά την περίοδο 1910-1920, που πρόσφεραν τις καλύτερες αλλά και τελευταίες ευκαιρίες πραγμάτωσης της Μεγάλης Ιδέας, ως συνεπούς και ρεαλιστικού αλυτρωτισμού. Για πρώτη και τελευταία φορά, άλλωστε, τα συμφέροντα του βρετανικού ιμπεριαλισμού συνέπεσαν και συμπορεύτηκαν με τις ελληνικές εθνικές επιδιώξεις …

                                                                                      Γ. Θ. Μαυρογορδάτου, «Βενιζελισμός και Αστικός Εκσυγχρονισμός».

 

 

 

Κείμενο 3

[…] Όταν, λοιπόν, το 1910 ο Βενιζέλος κατέλαβε την εξουσία η ελληνική μεγαλοαστική τάξη για πρώτη φορά αποδέχτηκε ομόφωνα να ρίξει το πολιτικό, και κυρίως το οικονομικό της βάρος, στην προετοιμασία της αναδίπλωσης των «εθνικών πεπρωμένων». Δύο χρόνια αργότερα ξεσπάνε οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1913 και την επόμενη χρονιά αρχίζει ο Μεγάλος πόλεμος. Το ανατολικό ζήτημα βαίνει προς τη λύση του, ενώ για τους Έλληνες κεφαλαιούχους διακυβεύονται πια τα πάντα. […] Ολόκληρη η τεράστια οικονομική υπεροχή του ελληνικού μεταπρατικού συστήματος τίθεται βαθμιαία στην υπηρεσία των σχεδίων της ελληνικής κρατικής εξουσίας…

Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, σσ. 364-370

 

Η δημοσίευση αυτή του «Κέντρου Ιδιαιτέρων Μαθημάτων Επιλογή» καλύπτει σε μεγάλο ποσοστό το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της Ιστορίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης, με το χαρακτηριστικό τίτλο: «Από την Αγροτική Οικονομία στην Αστικοποίηση». Αυτό κρίθηκε απαραίτητο, καθώς οι ενότητες Α΄ και Β΄ μόλις πρόσφατα εντάχθηκαν στην ύλη των Πανελλαδικών Εξετάσεων και είναι σχετικά αναξιοποίητες. Η επόμενη δημοσίευση θα καλύψει το υπόλοιπο μέρος της ύλης του βιβλίου. 

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΘΕΜΑ Α1

Α.1.1.      1à δ,       2 àστ,       3 àα,          4 àβ,           5 àγ,          6àζ

Α.1.2.  α. Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (ΔΟΕ), βλέπε σχ. εγχ. σελ. 37-38 :»Κατά το έτος 1893… έως 30.000.000. δραχμές.

β. Φεντερασιόν: Βλέπε σχ. εγχ., σελ 46 : «Η ενσωμάτωση… ιδεολογίας στη χώρα.»

γ. Εθνικές γαίες: Βλέπε σχ. εγχ, σελ 23-24: «Από τα πολλά…στρέμματα»

ΘΕΜΑ Α2

Α.2.1. Βλέπε σχολικό εγχειρίδιο, σελ. : 33-34: «Μέχρι τη δεκαετία του 1880… τμήμα διεθνούς δικτύου.»

Α.2.2. Βλέπε σχολικό εγχειρίδιο, σελ. : 39-40: «Οι σχετικές με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της ομογένειας συζητήσεις (στο ελληνικό κράτος) γενικεύτηκαν… ανακαλύπτοντας έτσι και την Ελλάδα.)

 

ΘΕΜΑ Γ1

Οι προσπάθειες ανάπτυξης της ελληνικής βιομηχανίας στη διάρκεια του 19ου αιώνα δεν απέδωσαν ιδιαίτερους καρπούς, παρά τις καλές προθέσεις και τις φιλότιμες προσπάθειες του κράτους και της ελληνικής αστικής τάξης. Η κατάσταση αυτή φάνηκε να αλλάζει στις αρχές του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων. Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ. 31: «Η αλλαγή των δεδομένων ήρθε μετά… ή άλλα ενισχυτικά μέτρα»

Η έλευση των προσφύγων στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και η εγκατάστασή τους στη χώρα βοήθησε ιδιαίτερα στην ανάπτυξη της βιομηχανίας. Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ.168: «Η άφιξη των προσφύγων αναζωογόνησε …την παραγωγή οικοδομικών υλικών.»

Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονται και ενισχύονται και από το πρώτο παράθεμα, στο οποίο ο Α. Βακαλόπουλος, αρχικά, αναφέρεται στον καταλυτικό ρόλο που διαδραμάτισαν οι πρόσφυγες τόσο στη διαμόρφωση της πολιτικής ζωής του τόπου και στην εθνολογική σύσταση του πληθυσμού όσο και στην ανάπτυξη της οικονομίας, μέσω της συνεισφοράς τους στη βιομηχανική εξέλιξη. Μάλιστα, η συνεισφορά τους αυτή επετεύχθη αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αποκατάστασής τους αλλά και την ομαλοποίηση της οικονομίας παρά, μάλιστα, τις όποιες πολιτικές αναταράξεις της περιόδου. Χαρακτηριστικό δείγμα της προόδου που επιτελέστηκε αποτελεί η περίπτωση της ταπητουργίας, καθώς πέντε μόλις χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή λειτουργούσαν στη χώρα πάνω από 4.000 ταπητουργικοί αργαλιοί, με τη συντριπτική τους πλειοψηφία (2/3) να βρίσκονται στην περιοχή των Αθηνών και του Πειραιά, ενώ  οι υπόλοιποι (1/3) σ’ όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, σε μία δραστηριότητα που απασχολούσε 10.000 εργάτες. Τα προϊόντα της εργασίας τους προορίζονταν κυρίως για εξαγωγές, με το 80% της παραγωγής να απορροφάται για τις Η.Π.Α. και το υπόλοιπο 20% να καταλήγει σε χώρες της Ευρώπης αλλά και την Ελλάδα. Οι πρόοδοι αυτοί της βιομηχανίας πιστοποιούνται και από την άποψη που διατύπωσε ο Π. Βουρλούμης, παλιός υπουργός, στην εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα», στις 12 Μαρτίου 1938, σε άρθρο του που αφορούσε τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Εκεί, υποστήριξε πως η βιομηχανική εξέλιξη της χώρας υπήρξε τόσο ραγδαία κατά την περίοδο 1920 – 1929 που επισκίαζε το σύνολο των βιομηχανικών προσπαθειών από την Επανάσταση του 1821 ως τότε.

Η βιομηχανική πρόοδος της χώρας δε σταμάτησε ακόμη και κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης, που ξεκίνησε στη Νέα Υόρκη το 1929 και έφτασε στην Ελλάδα το 1932. Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ.54: «Οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης… είχε και θετικά στοιχεία.»

Ανάμεσα στα θετικά στοιχεία που πρόσφεραν οι συνθήκες οικονομικής κρίσης στη χώρα ήταν και αυτά της βιομηχανικής ανάπτυξης, όπως τόσο ξεκάθαρα τονίζεται και στο παράθεμα της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους. Στο κείμενο αυτό αναφέρονται οι ιδιαίτερες επιδόσεις της, που μπορούν να συγκριθούν, σε παγκόσμιο επίπεδο, μόνο με δύο ισχυρά κράτη, την Ιαπωνία και την Ε.Σ.Σ.Δ. Φυσικά, αυτό συνέβη στα πλαίσια της «υποκατάστασης των εισαγωγών» που, εξάλλου, ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθούν στις συνθήκες κλειστής οικονομίας που είχαν διαμορφωθεί μετά το 1932. Οι αλλαγές που σημειώνονται στην προέλευση και στο ποσοστό διάθεσης βιομηχανικών ειδών την περίοδο αυτή αποδεικνύει την ισχυροποίηση των ελληνικών βιομηχανιών. Έτσι, ενώ το 1928 η ελληνική βιομηχανία κάλυπτε μόλις το 58% της εγχώριας αγοράς βιομηχανικών ειδών, το 1938 έφτασε στο αξιοσημείωτο 78% – 84% της αγοράς, βοηθώντας με τον τρόπο αυτό στη μερική απεξάρτηση της χώρας από ξένα βιομηχανικά κέντρα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.

Τέλος, το παράθεμα πίνακας του Ν.Γ. Σβορώνου έρχεται να ολοκληρώσει την εικόνα της βιομηχανικής εξέλιξης της χώρας στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Έτσι, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία το 1917 υπάρχουν στη χώρα 2.213 εργοστάσια, που απασχολούν 35.000 εργάτες με ισχύ μηχανών που φτάνουν του 70.000 ίππους και αξία παραγωγής τις 200.000.000 δραχμές. Μία δεκαετία περίπου αργότερα, τη διετία 1929 – 1930, και μετά την εγκατάσταση των προσφύγων, οι βιομηχανικές ομάδες είχαν διπλασιαστεί (4.000), οι απασχολούμενοι εργάτες (110.000) και η δυνατότητες απόδοσης των μηχανών (230.000 ίπποι) είχαν υπερ – τριπλασιαστεί, ενώ η αξία της παραγωγής είχε αυξηθεί εκθετικά (7.210.000.000). Τέλος, κάποια χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, το 1938, οι ευνοϊκές συνθήκες εκτοξεύουν τις επιδόσεις της ελληνικής βιομηχανίας, η οποία, χωρίς να αυξάνει σημαντικά των αριθμό των εργοστασίων (4.515) και την ισχύ της σε ιπποδύναμη (277.000 ίππους), αυξάνει σημαντικά τόσο το ανθρώπινο δυναμικό που απασχολεί όσο και την αξία της παραγωγής (13.565.000.000).

Συμπερασματικά, οι προσπάθειες ανάπτυξης της βιομηχανίας την περίοδο που εξετάσαμε ήταν σημαντικές και βοήθησαν στη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, αξιοποιώντας κατάλληλα τόσο τις ευνοϊκές περιστάσεις που προκάλεσαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, όσο και τις αντίξοες συνθήκες όπως αυτές που επέφερε η Μικρασιατική καταστροφή του 1922 αλλά και η έλευση στην Ελλάδα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 1932.

 

ΘΕΜΑ Δ1

Α.

Η δημιουργία του μικρού Ελληνικού κράτους (1830) έγινε κάτω από δύσκολες συνθήκες, ενώ η μετέπειτα πορεία του τον 19ο αιώνα δεν άφηνε στους κατοίκους του ιδιαίτερες ελπίδες οικονομικής ανάπτυξης και εδαφικής επέκτασης. Την ίδια στιγμή οι Έλληνες του εξωτερικού άκμαζαν πνευματικά, οικονομικά και παραγωγικά, ενισχύοντας την άποψη ότι το ελληνικό κράτος αποτελούσε μία ημιτελή κατασκευή, τα θεμέλια για κάτι μεγαλύτερο. Στα πλαίσια αυτά διαμορφώθηκε στην Ελλάδα η ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας σε μία προσπάθεια να δρομολογηθούν οι εξελίξεις επέκτασης και ισχυροποίησης του κράτους, μέσω της ένταξης στα σύνορά του των ισχυρών κέντρων ελληνισμού που προϋπήρχαν στις περιοχές των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας.  Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ 15 – 16: «Στο μεταξύ η πρόοδος του εκτός των εθνικών συνόρων… σημαντική διεύρυνση των συνόρων.»

Το πρώτο κείμενο, που αποτελεί παράθεμα της Ιστορίας του Ελληνικού έθνους, αναφέρεται στο χαρακτήρα και στην εξέλιξη της ιδεολογίας αυτής σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, τονίζεται πως η Μεγάλη Ιδέα είχε ιδιαίτερη απήχηση σε σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού την περίοδο αυτή, ιδιαίτερα μάλιστα στα εισοδηματικά κατώτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, γεγονός που της προσέδιδε τον ιδιαίτερο «λαϊκό» της χαρακτήρα. Σ’ αυτό βέβαια συνηγορούσε και η ιστορική της προέλευση, καθώς το ένδοξο παρελθόν ήταν έντονο στη μνήμη του υποδουλωμένου μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα έθνους. Στην πορεία των χρόνων και, ιδιαίτερα, μετά το 1880 ο λαϊκός αυτός χαρακτήρας της Μεγάλης Ιδέας θα συνυφανθεί και με τις προοπτικές αστικής εξέλιξης της χώρας, που την περίοδο εκείνη είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους.

Η Μεγάλη Ιδέα επηρέασε βαθύτατα τη χώρα και στις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε και επηρεάστηκε από τις πολιτικές απόψεις του Ελευθερίου Βενιζέλου, που ονομάζονται και συνοπτικά «Βενιζελισμός». Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ 48: «Στην περίοδο 1910 – 1922… των παραγωγικών δυνάμεων του έθνους.»

Για τη σχέση του Βενιζελισμού με τη Μεγάλη Ιδέα κάνει λόγο και το παράθεμα του Γ.Θ Μαυρογορδάτου, στο οποίο υποστηρίζεται πως το κυρίαρχο στοιχείο που έδωσε στη νέα πολιτική αντίληψη του Κρητικού ηγέτη τη δυνατότητα να αλλάξει τις προοπτικές της χώρας, πέρα από την ισχυρή προσωπικότητά του εμπνευστή της, ήταν η επίτευξη της αρραγούς σύζευξης του αιτήματος εκπλήρωσης των εθνικών πόθων με την απαίτησης για κρατικό εκσυγχρονισμό. Έτσι, από το 1910 και μετά, οι έννοιες της «εθνικής ολοκλήρωσης» και του «εκσυγχρονισμού» συνδέθηκαν τόσο στενά, ώστε κατοχύρωσαν ιδεολογικά και πολιτικά την ανάγκη για θεσμική ανανέωση. Από εκεί και έπειτα ο Βενιζελισμός, ως πολιτική επιλογή, θα ακολουθηθεί με συνέπεια για τα επόμενα χρόνια.

Στην πορεία του αυτή θα αξιοποιήσει τις πρωτοφανείς ιστορικές ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν την περίοδο εκείνη στη χώρα, επιδιώκοντας με κάθε τρόπο να εκμεταλλευτεί τη γενικότερη αστάθεια που οι συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις προκαλούσαν στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου την περίοδο μεταξύ 1910 και 1920. Άλλωστε οι συγκυρίες αυτές ήταν ταυτόχρονα οι πιο πρόσφορες αλλά και οι τελευταίες που θα επέτρεπαν την υλοποίηση του σχεδίου της Μεγάλης Ελλάδας ως αποτέλεσμα ενός πραγματιστικού πολιτικού σχεδιασμού. Εξάλλου δεν μπορούσε να αγνοηθεί και η πρωτοφανής σύμπλευση των συμφερόντων του μικρού Ελληνικού κράτους και της βρετανικής επεκτατικής πολιτικής στην περιοχή, γεγονός που δημιούργησε ευνοϊκές προϋποθέσεις για την επίτευξη των εθνικών οραμάτων.

Ο Βενιζέλος στην προσπάθεια του να υλοποιήσει το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας αξιοποίησε όχι μόνο τις δυνατότητες που του παρείχε το κράτος αλλά και τη βοήθεια που αφειδώς του παρείχαν οι Έλληνες κεφαλαιούχοι του εξωτερικού, που επιδίωκαν να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Προσθήκη τμήματος σχολικού εγχειριδίου, σελ 48: «Ο Βενιζέλος δεν ήταν μόνος… διεκδίκηση της Μεγάλης Ελλάδας με πιθανότητες επιτυχίας.»

Η βενιζελική μεγαλοϊδεατική πολιτική βρήκε τους κύριους υποστηρικτές της στην τάξη των Ελλήνων αστών του εξωτερικού που αποφάσισαν να προσφέρουν την πολιτική αλλά, πρωτευόντως, την οικονομική βοήθειά τους στην εθνική αυτή προσπάθεια. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως δύο χρόνια αργότερα ξεκίνησαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ενώ το 1914 ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, συγκρούσεις που θα έκριναν την τύχη του Ανατολικού Ζητήματος. Μπροστά, λοιπόν, στον κίνδυνο να διακοπούν απότομα οι τόσο κερδοφόρες δραστηριότητες των Ελλήνων κεφαλαιούχων στην Ανατολική Μεσόγειο πάρθηκε η απόφαση ενίσχυσης των αλυτρωτικών σχεδίων της κυβέρνησης Βενιζέλου με κάθε διαθέσιμο μέσο.

Συμπερασματικά, το ιδεολόγημα της Μεγάλης Ιδέας κατάφερε να εμπνεύσει τους Έλληνες για σχεδόν ένα αιώνα μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Φυσικά, δεν θα μπορούσε να καταφέρει κάτι τέτοιο χωρίς την έντονη λαϊκή στήριξη αλλά και την ιδιαίτερη πολιτική κατεύθυνση του Ε. Βενιζέλου και τη γενναιόδωρη οικονομική συνδρομή που δέχτηκε από τους Έλληνες κεφαλαιούχους του εξωτερικού στις αρχές του 20ου αιώνα.


Επιμέλεια: Χρήστος Κανέλας

 

Pin It on Pinterest

Share This